Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

RUMBA




Ιστορία

Η λέξη Rumba είναι ένας γενικός όρος, που καλύπτει μια ποικιλία συγγενών χορών (δηλαδή, Son, Danzon, Guagira, Guaracha, Naningo). Η ακριβής έννοια ποικίλλει από μέρος σε μέρος της Λατινικής Αμερικής. Η λέξη «Rumba» προέρχεται από το ρήμα «rumbear" που αναφέρεται σε ένα εορταστικό γεγονός, σε ένα γλέντι ή ξεφάντωμα.

Υπάρχουν δύο πηγές των χορών: η μια ισπανική και η άλλη Αφρικανική. Αν και η κύρια εξέλιξη πραγματοποιήθηκε στην Κούβα, υπήρξαν παρόμοιες εξελίξεις του χορού και σε άλλα νησιά της Καραϊβικής και της Λατινικής Αμερικής γενικότερα.

Η "rumba" προήλθε το 16ο αιώνα με τους εισαγόμενους μαύρους σκλάβους από την Αφρική. Ο μητρικός λαϊκός χορός Rumba είναι ουσιαστικά μια αναπαράσταση της σεξουαλικής πράξης που χορεύεται εξαιρετικά γρήγορα με υπερβολική κίνηση των γοφών και με μια αισθησιακή επιθετική τοποθέτηση εκ μέρους του άνδρα και μια αμυντική στάση από την πλευρά της γυναίκας. Η μουσική παίζεται με ένα κοφτό, καθαρό χτύπο σύμφωνα με τις σφριγηλές εκφραστικές κινήσεις των χορευτών. Τα συνοδευτικά όργανα περιλαμβάνουν τα maracas, τα claves, το marimbola, και τα τύμπανα.

Έως το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο "Son" ήταν ο δημοφιλής χορός της μεσαίας κοινωνικής τάξης της Κούβας που είναι μια πιο αργή και ανανεωμένη έκδοση της γηγενούς Rumba. Ακόμα πιο αργό είναι το "Danzon", ο χορός της πλούσιας κουβανικής κοινωνίας. Τα πολύ μικρά βήματα, με τις γυναίκες να παράγουν μια πολύ λεπτή κλίση των γοφών με διαδοχική κάμψη και ίσιωμα των γονάτων.

Η αμερικανική Rumba είναι μια τροποποιημένη έκδοση του "Son". Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια να εισαχθεί η rumba στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν από Lew Quinn και Joan Sawyer το 1913. Δέκα χρόνια αργότερα ο αρχηγός συγκροτήματος Emil Coleman εισήγαγε μερικούς μουσικούς rumba και ένα ζευγάρι χορευτών rumba στη Νέα Υόρκη. Το 1925 ο Benito Collada άνοιξε στο Club El Chico στο Greenwich Village και διαπίστωσε ότι Νεοϋρκέζοι δεν ήξεραν τι ήταν η ρούμπα .
Το πραγματικό ενδιαφέρον για τη λάτιν μουσική άρχισε περίπου το 1929. Στα τέλη του 1920, ο Xavier Cugat διαμόρφωσε μια ορχήστρα που ειδικεύτηκε στη μουσική της Λατινικής Αμερικής. Άνοιξε στο Coconut Grove στο Λος Άντζελες και εμφανίστηκε στις πρώτες κινηματογραφικές ταινίες με ήχο όπως στην "Gay Madrid". Αργότερα, στα 1930, ο Cugat έπαιξε στο ξενοδοχείο Waldorf Astoria στη Νέα Υόρκη. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας αναγνωρίστηκε ως τη σημαντικότερη λάτιν ορχήστρα της εποχής.
Το 1935, ο George Raft έπαιξε το ρόλο ενός suave χορευτή στην ταινία "Rumba", ένα μάλλον επιφανειακό μιούζικαλ στο οποίο ο ήρωας κέρδισε τελικά την ηρωίδα (Carol Lombard) μέσω της αμοιβαίας αγάπης για τον χορό.

Στην Ευρώπη, η εισαγωγή του λατινοαμερικανικού χορού (συγκεκριμένα Rumba) όφειλε πολλά στον ενθουσιασμό και την ερμηνευτική ικανότητα του Monsieur Pierre (δάσκαλος του Λονδίνου με αυτήν την μορφή χορού). Στη δεκαετία του 1930 με το συνεργάτη του, Doris Lavelle, κατέδειξε και διέδωσε το λατινοαμερικανικό χορό στο Λονδίνο.
Οι Pierre και Lavelle παρουσίασαν την " Κουβανέζικη Rumba" που καθιερώθηκε τελικά μετά από πολύ προσπάθεια, ως επίσημη αναγνωρισμένη έκδοση το 1955.

Στην καθιέρωση του ονόματος Rumba συνέβαλε η αμερικανική μουσική βιομηχανία που θεώρησε ότι το όνομα "Son" θα  συνδεόταν ηχητικά με την αγγλική λέξη “song” έτσι επέλεξε να λανσάρει τον χορό με το όνομα  Rumba. Η Μουσικολογία για να αποφύγη την σύγχιση αναφέρεται σε αυτό με την διαφορετική γραφή Rhumba. O χορός εξαμερικανοποιήθηκε, τυποποιήθηκε και έγινε γνωστός ως τετράγωνη ρούμπα ή ρούμπα καρέ. 

American & International Style

Ο πειραματισμός των Άγγλων δασκάλων χορού, κατά τον 20ο αιώνα συνέβαλε στην διαμόρφωση μιας νέας μορφής των Λατινοαμερικάνικων αλλά και των Ευρωπαϊκών χορών που ονομάσθηκε International Style.  Το International Style διαφέρει από το American Style στο τέμπο και στο βηματολόγιο.

Η American Style Rumba  είναι ένα στυλ με μέσο μουσικό τέμπο, αλλά είναι η ταχύτερη από τις δύο μορφές , με ένα μετρητή 4/4 και 128 έως 144 χτύπους  ανά λεπτό , με το βασικό ρυθμό αργό. Από την άλλη πλευρά , η Rumba International Style  παίζει αργές Λατινικές  μπαλάντες , έχει ένα μέτρο 4/4 με 104 χτύπους ανά λεπτό και ένα βασικό ρυθμό του 2-3-4- (1) -2-3-4- (1) , όπου η κύρια έμφαση είναι στο " 1 " beat.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου